Κερασιά ένα πανέμορφο δένδρο με νόστιμους καρπούς, αλλά δύσκολο στην καλλιέργεια του
Η κερασιά είναι αγγειόσπερμο δικότυλο φυτό που ανήκει στο γένος Προύμνη (Prunus), στην οικογένεια των Ροδοειδών (Rosaceae) και είναι δε συγγενής της βυσσινιάς.
Είναι φυλλοβόλο δέντρο με ύψος που φτάνει και τα 20 μέτρα. Έχει την επιστημονική ονομασία Prunus avia (προύνος των πτηνών). Καταγωγή του είναι η περιοχή του Καυκάσου και έφτασε στην Ευρώπη πολύ γρήγορα ενώ όλες οι ποικιλίες της προέρχονται από την αγριοκερασιά, που χρησιμοποιείται για τον πολλαπλασιασμό της και σήμερα μέσω εμβολιασμού. Το περίεργο είναι ότι η βυσσινιά προήλθε από φυσικό υβρίδιο κερασιάς ενώ ο περισσότερος κόσμος πιστεύει το αντίθετο.
Τα κλαδιά της είναι όρθια, ο κορμός της είναι λείος γκρίζου χρώματος και τα φύλλα της είναι μεγάλα και ελλειψοειδή. Τα άνθη της είναι μεγάλα, λευκά και είναι οργανωμένα σε ταξιανθίες, φύονται δε ανά 3-6 σε κάθε οφθαλμό.
Η κερασιά καλλιεργείται για το νόστιμο καρπό της, το κεράσι, ενώ υπάρχουν και ποικιλίες που καλλιεργούνται ως καλλωπιστικά δέντρα. Χρησιμοποιείται όμως και το ξύλο της, που είναι ανθεκτικό στην υγρασία, στην κατασκευή επίπλων αλλά και μουσικών οργάνων και ηχείων, καθώς δίνει καλύτερη ακουστική.
Η κερασιά ζει περίπου 60 χρόνια και η καρποφορία αρχίζει από τον 4ο χρόνο της ζωής της, ενώ μεγάλες αποδόσεις έχει μετά τον 20ό χρόνο. Ανθίζει σχετικά νωρίς και έτσι είναι δυνατό να υποστεί ζημιές στους ανθούς της από παγετό ή δυνατό ψύχος. Ευδοκιμεί σε διάφορους τύπους εδαφών και προτιμά κυρίως αυτά που δεν περιέχουν ασβέστιο. Πριν να δημιουργηθεί ένας κερασεώνας πρέπει να γίνει βαθύ όργωμα και καλή κατεργασία του εδάφους.
Υπάρχουν πάρα πολλές ποικιλίες κερασιάς που βασικά χωρίζονται σε 2 μεγάλες κατηγορίες, αυτές που έχουν απαλή σάρκα και αυτές που έχουν τραγανή. Στην Ελλάδα καλλιεργούνται αρκετές ποικιλίες ενώ τα κεράσια που παράγονται θεωρούνται εξαιρετικής ποιότητας. Πιο γνωστές ποικιλίες είναι η κερασιά Ρουπκόβου, που παράγει τα τραγανά κεράσια της Έδεσσας, η πετροκερασιά, με τα τραγανά και νόστιμα πετροκέρασα που φέρουν μία χαρακτηριστική γραμμή στο μέσο του καρπού και η κερασιά των βοδενών με τα μεγάλα και νόστιμα κεράσια. Τα κεράσια που παράγονται απο τις πιό πάνω ποικιλίες, εκτός από την εγχώρια κατανάλωση, εξάγονται. Άλλες ποικιλίες είναι η τραγανή Βόλου, η Ναπολέων,που έχει μεγάλη παραγωγή κερασιών και η καλλιέργεια της αναπτύχθηκε τα τελευταία χρόνια και η φράουλα Βόλου.
Η σάρκα της την κάνει να ξεχωρίζει
Η κερασιά είναι ένα ορθόκλαδο, φυλλοβόλο δέντρο, σχετικά μεγάλου μεγέθους, που φτάνει τα 20 μέτρα. Εχει λευκά άνθη, που βγαίνουν πριν από τα φύλλα, και καρπούς σφαιρικούς ή καρδιόσχημους, με επιδερμίδα που διαφέρει ανάλογα με την ποικιλία. Ενδεικτικά, η σάρκα της έχει μια χρωματική παλέτα που εκτείνεται από το κίτρινο μέχρι το βαθύ κόκκινο, ενώ, ανάλογα με την ποικιλία, μπορεί να είναι είτε τραγανή είτε μαλακή. Η κερασιά, ως φυτό, αρχίζει να καρποφορεί από το 4ο ώς το 6ο έτος και η παραγωγική της ζωή ξεπερνά ακόμη και τα 50 χρόνια.
Δέντρο που απαιτεί σταυρεπικονίαση (δηλαδή, μεταφορά γύρης από το στήμονα στο στίγμα άλλου φυτού), η κερασιά είναι προτιμότερο να καλλιεργείται μαζί με άλλες ποικιλίες. Και αυτό γιατί, με τη βοήθεια των επικονιαστών, και ιδίως της μέλισσας, γονιμοποιούνται τα άνθη της και παράγονται περισσότερα κεράσια. Ετσι, εάν στον κήπο μας έχουμε ήδη μία ή περισσότερες κερασιές που δεν καρποφορούν ή καρποφορούν ελάχιστα, τότε θα πρέπει να φυτέψουμε ορισμένες ακόμη ποικιλίες. Αυτές καλό είναι να είναι συμβατές με τις ήδη υπάρχουσες, ώστε η σταυρεπικονίαση να είναι επαρκής και η καρποφορία η καλύτερη δυνατή. Πάντως, μια παραγωγή, για να είναι ικανοποιητική, πρέπει να καρποδένει περίπου το 20 έως 30% των λουλουδιών της.
Απειλείται από τη βροχή
Η καλλιέργεια της κερασιάς δεν είναι εξίσου αποτελεσματική σε όλη τη χώρα. Το χειμώνα, όταν το δέντρο βρίσκεται σε «λήθαργο», απαιτούνται χαμηλές θερμοκρασίες (από 600 έως 1.300 ώρες ψύχους κάτω των 7° C), για να μπορέσει να διακοπεί ο λήθαργος των οφθαλμών της και να ανθίσει. Σε διαφορετική περίπτωση, παρατηρείται ανωμαλία στην άνθιση και χαμηλή καρποφορία. Ως εκ τούτου, δεν πρέπει να καλλιεργούμε κερασιές σε περιοχές με σχετικά ζεστό χειμώνα, αλλά ούτε και σε περιοχές με πολύ ζεστό καλοκαίρι. Αντίθετα, περιοχές όπου τα καλοκαίρια το κλίμα είναι δροσερό ευνοούν την παραγωγή πιο αρωματικών και εύγευστων κερασιών. Ο μεγαλύτερος κλιματικός εχθρός της είναι η βροχή, που ευθύνεται για την ανθόπτωση, τη μειωμένη καρπόδεση στη διάρκεια της ανθοφορίας και για το σκίσιμο των καρπών, λίγο πριν από τη συγκομιδή.
Δύο τύποι, πολλές ποικιλίες
Στο εμπόριο υπάρχουν αρκετές ποικιλίες κερασιάς, τις οποίες κατατάσουμε σε σκληρόσαρκες (καλλιεργούνται κυρίως στην Ελλάδα) και σε μαλακόσαρκες. Οι τελευταίες χρησιμοποιούνται περισσότερο στη βιομηχανία της μεταποίησης (γλυκά κ.ά.). Πιο αναλυτικά, τα κυριότερα είδη που βρίσκουμε στην αγορά είναι:
• Τα τραγανά Εδέσσης ή Ρουπκόβου: με περίοδο συγκομιδής τους τις αρχές Ιουνίου, διακρίνονται για τον μεγάλο, σφαιρικό, κόκκινο, τραγανό και γλυκό καρπό τους. Στα μείον τους είναι η ευαισθησία στη βροχή.
• Τα Πικαρό Μπουρλά: ξεχωρίζουν χάρη στον μεγάλο, κόκκινο και ημιτραγανό καρπό τους. Με εποχή συγκομιδής τα μέσα Μαΐου, είναι τα πρώτα που κυκλοφορούν στην ελληνική αγορά.
• Τα Πικαρό Βαν: με μεγάλο σφαιρικό, κόκκινο, συνεκτικό και γλυκό καρπό, τα προμηθεύεται κανείς στα τέλη Μαΐου με αρχές Ιουνίου.
• Τα Πικαρό Ναπολεόν: με ξανθοκόκκινο, τραγανό και γλυκό καρπό, κυκλοφορούν στην αγορά στις αρχές Ιουνίου.
• Τα Χάρτι - Τζαν: με κόκκινο, σφαιρικό, μετρίου μεγέθους και γλυκό καρπό, τα βρίσκει κανείς στα τέλη Μαΐου με αρχές Ιουνίου.
• Τα Λαμπέρτ: με μεγάλο, βαθυκόκκινο, σφαιρικό καρπό και σάρκα μετρίως συνεκτική, κόβονται από το δέντρο στα μέσα Ιουνίου.
• Τα Ρενέρ: έχουν μεγάλο, σφαιρικό, κίτρινο -με ρόδινη απόχρωση- καρπό. Η σάρκα τους είναι λευκή, συνεκτική και γλυκιά, ενώ η εποχή συγκομιδής τους είναι ο Ιούνιος.
• Φράουλα Βόλου: με μεγάλο, λευκοκίτρινο και με ρόδινη απόχρωση καρπό, διακρίνονται για τη λευκή και μετρίως συνεκτική σάρκα τους. Συλλέγονται και αυτά στα μέσα Ιουνίου.
Στην Ελλάδα καλλιεργούνται επίσης και ορισμένες άλλες, τοπικές κυρίως, ποικιλίες, όπως τα πρώιμα κεράσια Κολίνδρου και Τεγέας, τα τραγανά Κομοτηνής, τα Πολίτικα, κ.λπ.
Δύσκολη καλλιέργεια
Λόγω του μεγάλου αριθμού εχθρών και ασθενειών της, η καλλιέργεια της κερασιάς είναι από τις πλέον δύσκολες. Ως εκ τούτου, το τελικό προϊόν -εξαιτίας του μεγάλου αριθμού ψεκασμών που δέχεται- μπορεί να έχει υπολείμματα φυτοφαρμάκων. Γι' αυτό, είναι προτιμότερο να επιλέγουμε βιολογικά κεράσια ή ολοκληρωμένης διαχείρισης. Βιολογικά κεράσια βρίσκουμε στις αντίστοιχες αγορές, στα εξειδικευμένα καταστήματα και στις μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ, ενώ αυτά της ολοκληρωμένης διαχείρισης στις λαϊκές αγορές και στα σούπερ μάρκετ.
Σε ερασιτεχνική βάση, εάν διαθέτουμε στον κήπο μας ήδη κάποιες κερασιές, καλό είναι να έρθουμε σε επαφή με κάποιο κατάστημα γεωργικών εφοδίων. Εκεί, θα σχεδιάσουμε ένα πρόγραμμα ψεκασμών με βιολογικά σκευάσματα προκειμένου να αποφύγουμε τα ισχυρά αγροχημικά.
Τι πρέπει να προσέχουμε
Οταν αγοράζουμε κεράσια, πρέπει να κοιτάμε να μην έχουν ίχνη μούχλας, σκισίματα, πληγές ή μαυρισμένα τμήματα. Καλό είναι επίσης να μην είναι μαλακά, να διατηρούν το κοτσάνι τους και να έχουν λαμπερό χρώμα. Η σάρκα τους, πάλι, δεν πρέπει να έχει πολύ ανοιχτό χρώμα (ένδειξη ότι είναι άγουρα), αλλά ούτε και πολύ σκούρο χρώμα (ένδειξη ότι είναι ώριμα). Τα κεράσια -καλό είναι να αγοράζουμε μόνο τις προς άμεση κατανάλωση ποσότητες- διατηρούνται στο οικιακό ψυγείο για 2 έως 3 ημέρες, αφού πρώτα τα πλύνουμε και τα στεγνώσουμε καλά.
ΚΕΡΑΣΙΑ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗ ΧΟΛΗΣΤΕΡΙΝΗ
Τα κεράσια είναι ένα δροσιστικό φρούτο που βρίσκουμε στην αγορά από τα μέσα Μαΐου μέχρι και τα τέλη Ιουλίου. Γνωστά στους βοτανολόγους και ως Prunus avium, είναι κατάλληλα για κολατσιό, ανάμεσα στα κυρίως γεύματα, μια και έχουν αρκετά ικανοποιητικό δείκτη κορεσμού. Περιέχουν ικανοποιητική ποσότητα βιταμινών C και Α, καλίου και κάποιες μικροποσότητες ασβεστίου, φωσφόρου και μαγνησίου.
Οσον αφορά το θερμιδικό τους φορτίο, αυτό είναι αρκετά χαμηλό (τα 100 γρ. έχουν μόλις 38 kcal), γεγονός που τα καθιστά ιδιαίτερα αγαπητά σε όσους προσέχουν τη σιλουέτα τους. Σύμφωνα με επιστημονικές μελέτες, τα κεράσια έχουν θεραπευτικές ιδιότητες: ενισχύουν το ανοσοποιητικό σύστημα, μειώνουν την πνευματική και σωματική κόπωση και έχουν και αντισηπτική δράση σε περιπτώσεις φλεγμονών και λοιμώξεων. Τέλος, λόγω των φυτοστερολών που περιέχουν, δρουν ευεργετικά στη συγκέντρωση της ολικής χοληστερίνης στο αίμα.