Φυτό ποώδες της οικογένειας των συνθέτων. Τα παράρριζά του σχηματίζουν σφαιρικό ρόδακα από το κέντρο του οποίου αναπτύσσεται ο ανθοφόρος βλαστός ύψους μέχρι 1 μ., με άνθη κυανά ή λευκά. Κατάγεται από τη μεσογειακή ζώνη, ή ίσως και από την Ινδία.Το αντίδι (Cichorium endivia) έχει σκληρά κυματοειδή φύλλα, τα οποία σχηματίζουν πλούσια κεφάλια. Τα εξωτερικά φύλλα έχουν ζωηρό πράσινο χρώμα, ενώ τα κεντρικά είναι κίτρινα και λευκά. Το αντίδι είναι συγγενικό είδος με το ραδίκι.
Kαλλιεργείται αποκλειστικά ως σαλατικό ή για γαρνίρισμα φαγητών. To εδώδιμο μέρος του φυτού είναι ο ρόδακας των φύλλων, που αναπτύσσεται κοντά στο έδαφος και κόβεται προτού αναπτυχθεί ο ανθοφόρος βλαστός.
Τα αντίδια που καλλιεργούνται σε λαχανοκομικές ποικιλίες είναι πάρα πολλά. Μία ομάδα από αυτά έχει φύλλα πολυσχιδή, κατσαρά, που χαρακτηρίζουν τους διάφορους τύπους του κατσαρού αντιδιού, και μία άλλη έχει φύλλα πλατιά, σχεδόν ακέραια ή αβαθώς οδοντωτά που χαρακτηρίζουν τους τύπους του πλατύφυλλου αντιδιού (σκαρόλα). Τα αντίδια αναπτύσσονται γρήγορα και γι’ αυτό καλλιεργούνται μαζί με άλλα λαχανικά που αναπτύσσονται πιο αργά. Η σπορά γίνεται συνήθως νωρίς την άνοιξη, με ή χωρίς μεταφύτευση.
Για να υπάρχουν ώριμα φυτά για συγκομιδή αργά το χειμώνα, η σπορά γίνεται αργά το καλοκαίρι ή νωρίς το φθινόπωρο. Χρειάζονται πλούσιο χώμα, ηλιόλουστη θέση, προστατευμένη, άφθονο νερό και συχνό σκάλισμα. Κατά το πότισμα χρειάζεται προσοχή, να μην βρέχονται τα φύλλα, γιατί μπορεί να σαπίσουν. Τα αντίδια χρειάζονται προστασία από τα σαλιγκάρια.
Πηγή:www.phyto.gr , to-mikro-spiti-sto-livadi.blogspot.com