Ο Μανδραγόρας είναι φυτό του γένους των δικοτυληδόνων της οικογένειας των σολανιδών είναι ποώδες και ανήκει στην οικογένεια των Σολανιδών. Αυτοφύεται σε περιοχές της Μεσογείου, της Εγγούς Ανατολής, και της Βόρειας Αφρικής . Επίσης στην Ελλάδα βρίσκεται σε περιοχές της Θεσσαλίας στην Πελοποννήσου στη Στερεά και στα νησιά του Αιγαίου, όπου είναι γνωστά με διάφορες κοινές ονομασίες, όπως καλάνθρωπος, αρκάνθρωπος, μανδραγούδα, αβγουδάτσα μεγαλοβοτάνι και άλλες πολλές. Φυτρώνει σε πετρώδεις θέσεις και χέρσα χωράφια. Τα φύλλα είναι πολύ μεγάλα και σχηματίζουν ρόδακα. Από το κέντρο του ρόδακα αναπτύσσονται τα μικρά κυανά-ιώδη άνθη με εμφανείς νευρώσεις σαν φλέβες. Περιλαμβάνει λίγα είδη πολυετών ποωδών φυτών με τοξικές και φαρμακευτικές ιδιότητες, ιθαγενή των παραμεσογείων περιοχών. Το είδος με την πιο διαδεδομένη χρήση ήταν ο mandragora officinarum (μανδραγόρας των γιατρών).
Ως ιατρικό βότανο ο μανδραγόρας έχει σχεδόν σταματήσει να χρησιμοποιείται σήμερα. Το φυτό είναι πολύ επικίνδυνο. Παλαιότερα χρησιμοποιούνταν όλα τα μέρη του φυτού για θεραπευτικούς σκοπούς. Χρησιμοποιούνταν ως αναλγητικό, εμετικό, δυνατό καθαρτικό, ηρεμιστικό, υπνωτικό, εμηναγωγό, αντιφλεγμονώδες και παραισθησιογόνο.Ο μανδραγόρας είναι ανθεκτικός σε σχεδόν όλα τα εύκρατα κλίματα. Προτιμά ένα ελαφρύ, βαθύ χώμα, αφού οι ρίζες του φτάνουν πολύ κάτω. Δεν ευδοκιμεί σε ένα έδαφος υπερβολικά ασβεστώδες ή πετρώδες. Εάν το χώμα είναι πολύ υγρό το χειμώνα, οι ρίζες θα σαπίσουν. Πολλαπλασιάζεται με σπόρους οι οποίοι πρέπει να σπαρθούν σε βαθιά σχετικά δοχεία ή, καλύτερα, ο καθένας σε ένα γλαστράκι ξεχωριστά. Θα πρέπει να ποτίζονται καλά μέχρι να φτάσουν σε ένα καλό μέγεθος. Επιπλέον θα πρέπει να μεταφυτευθούν σε μεγαλύτερες γλάστρες ή στον κήπο με απόσταση μεταξύ τους 60 εκατοστών. Συλλέγονται οι ρίζες μετά από 2-3 χρόνια ανάπτυξης.
Υπάρχουν άλλα τρία είδη και είναι ένα φυτό πολυετές. Η ρίζα του είναι πολύ μεγάλη που φτάνει ως το έδαφος 50-120 εκατοστά. Έχει καφέ σκούρο περίβλημα και είναι άσπρο στο εσωτερικό. Η ρίζα μπορεί να διακλαδίζεται σε δύο ή σε τρία μέρη και να αποκτά σχήμα του ανθρώπου ή των γεννητικών οργάνων του. Ο βλαστός δεν ξεχωρίζει από τη ρίζα και από αυτών βγαίνουν μερικά σκουροπράσινα, μεγάλα φύλλα, 30 εκατοστά σε μήκος και 10 σε πλάτος με μυτερό άκρο και κυματιστή περιφέρεια, που μοιάζουν με τα φύλλα του καπνού. Τα άνθη του εμφανίζονται σε ξεχωριστούς βλαστούς το κάθε ένα, στο κέντρο του φυτού. Έχουν κιτρινοπράσινα πέταλα και μοβ σέπαλα. Το χειμώνα χάνει το υπέργειο τμήμα του. Τα φύλλα μόλις εμφανίζονται είναι όρθια, αλλά αργότερα στην ανάπτυξη παίρνουν μία οριζόντια θέση.
Ο μανδραγόρας είναι ένα ισχυρά δηλητηριώδες φυτό με πολλές ιστορίες στην μαγεία, την μυθολογία, την φαρμακευτική, την ιατρική και την γλωσσολογία. Πρόκειται όμως για οπιούχο φυτό που μπορεί να προκαλέσει ψυχωτικά συμπτώματα (παραισθήσεις κ.α), ακόμα και το θάνατο σε μη ελεγμένες δόσεις. Είναι τοξικό με υπόγλυκο καρπό, περιέχει μικρό ποσοστό αλκαλοειδών με πολύτιμα φαρμακευτικά προϊόντα, συχνά δηλητηριώδη και σε κακή χρήση επίσης ήταν περιζήτητο φάρμακο στην αρχαιότητα. Ο Μανδραγόρας ήταν γνωστός από την αρχαιότητα. Βρέθηκε στους Αιγυπτιακούς τάφους των Θηβών το 1800 π.χ. Αναφέρεται από το Θεόφραστο, τον Ιπποκράτη και το Διοσκουρίδη ως φάρμακο με πολλαπλή χρήση (αναισθητικό, υπνωτικό, σπασμολυτικό, αντιφλεγμονώδες και αφροδισιακό). Όσοι επρόκειτο να ακρωτηριασθούν ή να καούν « ελάμβαναν μανδραγορίτην οίνον» για να μην πονούν την ώρα της επέμβασης. Εικάζεται ότι προκαλούσε κατάσταση ύπνου παρόμοια με κώμα, γι’αυτό οι αρχαίοι συνήθιζαν να αναφέρουν τη φράση «υπό μανδραγόρα καθεύδειν» για περιπτώσεις ανθρώπων που δεν αντιλαμβάνονταν την πραγματικότητα. Ο Διοσκουρίδης αναφέρει ότι από τη ρίζα του μανδραγόρα παρασκευάζονται ερωτικά φίλτρα. Οι αρχαίοι Έλληνες ονόμαζαν τον καρπό του και «μήλο του έρωτα». Οι νέοι στην Αττική είχαν συχνά πάνω τους ένα σακουλάκι με κομμάτια ρίζας μανδραγόρα για ερωτικό φυλαχτό. Επίσης, ο κάτοχος του μανδραγόρα, εκτός της σεξουαλικής ικανότητας, θεωρείτο οτι αποκτούσε πλούτο, υγεία και μακροζωία . Την ερωτική και μαγική του ιδιότητά λέγεται ότι την απέκτησε από τη μάγισσα Κίρκη, όταν αυτή τον πρόσφερε στους άνδρες του Οδυσσέα. Επίσης, η θεά Αφροδίτη αποκαλούνταν και «Μανδραγορίτις». Από την εποχή της Βίβλου ακόμα, στη Γένεση, υπάρχουν αναφορές για την χρήση του μανδραγόρα ως αφροδισιακό και ως βοτάνι που βοηθά στην τεκνοποίηση. Η Ραχήλ, απελπισμένη που δεν έκανε παιδιά με τον Ιακώβ, κατέφυγε στον μανδραγόρα για να γεννήσει τον Ιωσήφ. Κατά το Μεσαίωνα, οι θρύλοι γύρω από το μανδραγόρα καθώς και οι χρήσεις του, πολλαπλασιάστηκαν. Ήταν γνωστός ως εξαιρετικό αναισθητικό για τις εγχειρήσεις.
Γνωρίζοντας τη ναρκωτική του δράση, το χρησιμοποιούσαν και σαν ηρεμιστικό για τους μελλοθάνατους. Επειδή η ρίζα του μοιάζει συχνά με ανθρώπινη μορφή, πίστευαν ότι η παρουσία τέτοιων ριζών οφειλόταν σε φαινόμενα μετεμψύχωσης και ότι το φυτό βρισκόταν κάτω από την επίδραση των δυνάμεων του σκότους. Τον ονόμαζαν επίσης “μήλο του σατανά” και πίστευαν ότι προκαλούσε τρέλα. Σύμφωνα με τους θρύλους της μεσαιωνικής περιόδου, ο μανδραγόρας φύτρωνε κάτω από τα δέντρα που γίνονταν απαγχονισμοί κατάδικων ή που είχαν χρησιμοποιήσει αυτόχειρες για να κρεμαστούν. Για να τον ξεριζώσουν, χρησιμοποιούσαν κάποιο ζώο δένοντας το πόδι του στη ρίζα του φυτού με ένα σχοινί. Η διαδικασία αυτή έπρεπε να γίνει μόνο τα μεσάνυχτα, ή νύχτες με πανσέληνο και μετά από τις απαραίτητες προσευχές και τελετουργίες. Πίστευαν πως το φυτό, καθώς το ξερίζωναν, έβγαζε μια οξεία κραυγή που τρέλαινε ή σκότωνε όποιον την άκουγε. Η σύγχρονη επιστήμη κατατάσσει τις ρίζες του μανδραγόρα στην κατηγορία των αναλγητικών, όπου ανήκουν και τα φύλλα της κόκας. Ακόμα και σήμερα, η Ελληνική Αναισθησιολογική Εταιρεία εξακολουθεί να έχει ως έμβλημά της τον μανδραγόρα.
Το διαβάσαμε στο votanaaristoteleio.weebly.com