Οι άνθρωποι έχουν στα σπίτια τους γάτες εδώ και περίπου 9.500 χρόνια, περίπου παράλληλα με την εμφάνιση της γεωργίας στην Εγγύς και Μέση Ανατολή, όμως λίγα πράγματα ήσαν έως τώρα γνωστά για το πώς ξεκίνησε αυτή η συμβιωτική σχέση.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Γουέσλι Γουόρεν, αναπληρωτή καθηγητή γενετικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ουάσιγκτον - Σεν Λιούις, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ (PNAS), σύμφωνα με το "Science" και τη βρετανική «Γκάρντιαν», ανέφεραν ότι οι γάτες (μισο)εξημερώθηκαν πολύ πιο πρόσφατα από τους σκύλους, οι οποίοι προήλθαν από τους λύκους πριν από περίπου 30.000 χρόνια.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, οι πρώτες γάτες εξημερώθηκαν πριν από 9.000 έως 10.000 χρόνια στην Εγγύς Ανατολή από μοναχικές αγριόγατες που ακόμη τριγυρνούν σήμερα στη Μέση Ανατολή. Έχουν ανακαλυφθεί αρχαιολογικά στοιχεία για εξημέρωση γατών στην Κύπρο προ 9.000 ετών, ενώ στην Κίνα τα αρχαιότερα ανάλογα στοιχεία χρονολογούνται πριν από 5.000 χρόνια.
Οι ερευνητές ανέλυσαν γενετικό υλικό από 22 εξημερωμένες γάτες από όλο τον κόσμο, καθώς και από ευρωπαϊκές και μεσανατολικές αγριόγατες. Έτσι, συνέκριναν το DNA της αγριόγατας και της οικιακής γάτας, εντοπίζοντας διαφορές και ομοιότητες.
Το DNA της εξημερωμένης γάτας έχει αλλάξει σχετικά λίγο από τότε που διαχωρίστηκε από την αγριόγατα (γι' αυτό, άλλωστε, οι σπιτικές γάτες συνεχίζουν να σκοτώνουν ποντίκια και πουλιά, παρόλο που έχουν εξασφαλισμένη άφθονη τροφή από τα αφεντικά τους). Οι κυριότερες διαφορές αφορούν 13 γονίδια, κυρίως στον εγκέφαλο, που σχετίζονται με την μνήμη, τον φόβο και την αναζήτηση των ανταμοιβών.
Όπως είπε ο Γουέσλι Γουόρεν, «κατά πάσα πιθανότητα οι άνθρωποι ήθελαν τις γάτες τριγύρω τους για να ελέγχουν τα τρωκτικά που κατέστρεφαν τις καλλιέργειες των σιτηρών τους. Έτσι, μάλλον άρχισαν να δίνουν στις γάτες φαγητά για να τις δελεάσουν προκειμένου να μείνουν κοντά τους». Αυτό αντανακλάται στο γονιδίωμά τους από ένα σημείο και μετά, καθώς χάρη στις γενετικές αλλαγές οι έως τότε άγριες γάτες φοβούνταν λιγότερο και ανταποκρίνονταν με μεγαλύτερη ευχαρίστηση στις περιποιήσεις των ανθρώπων.
Σταδιακά, χάρη αρχικά στα φαγητά και μετά στα χάδια των ανθρώπων, μερικές γάτες προτίμησαν να εγκαταλείψουν την άγρια και μοναχική ζωή, ενώ οι άνθρωποι προτιμούσαν να κρατούν κοντά τους όσες γάτες ήσαν πιο ήμερες και φιλικές. Σιγά σιγά οι ήμερες γάτες μίκρυναν ελαφρώς σε μέγεθος σε σχέση με τις αγριόγατες και απέκτησαν μια ποικιλία από χρωματισμούς και τριχώματα. Αρκετές από τις σημερινές ράτσες των γατών έχουν προέλθει από διασταυρώσεις που σκόπιμα έκαναν οι πρόγονοί μας για να προωθήσουν διάφορα επιθυμητά χαρακτηριστικά στα ζώα τους.
Η αλληλούχιση του γονιδιώματος της γάτας ξεκίνησε το 2007 με αρχικό στόχο να μελετηθούν καλύτερα ορισμένες γενετικές παθήσεις των γατών που μοιάζουν με αυτές των ανθρώπων, όπως κάποιες νευρολογικές διαταραχές, λοιμώδεις και μεταβολικές νόσοι.
Οι ερευνητές συνέκριναν επίσης το γονιδίωμα της γάτας με αυτό άλλων ζώων (τίγρης, αγελάδας, σκύλου). Μεταξύ άλλων, διαπιστώθηκε ότι οι γάτες έχουν λιγότερα γονίδια όσφρησης (γύρω στα 700) από ό,τι οι σκύλοι (πάνω από 800), πράγμα που εξηγεί γιατί οι τελευταίοι βασίζονται περισσότερο στη μύτη τους για να βρουν την τροφή τους.
Από την άλλη, οι γάτες έχουν περισσότερα γονίδια από ό,τι οι σκύλοι για τις χημικές ουσίες φερομόνες, πράγμα που τους επιτρέπει να βρίσκουν καλύτερα με την μύτη το ταίρι τους για να ζευγαρώσουν. Αυτό δικαιολογείται από το γεγονός ότι οι γάτες είναι μοναχικά ζώα και δυσκολεύονται πιο πολύ να βρουν σύντροφο, ενώ οι σκύλοι ζουν συχνά σε κοπάδια, οπότε δεν έχουν ανάγκη τόσο «γερή» όσφρηση στο θέμα του ζευγαρώματος.
Ακόμη, οι γάτες έχουν καλύτερη ακοή από τα περισσότερα άλλα σαρκοβόρα ζώα, καθώς είναι ικανές να ακούνε ακόμη και στη συχνότητα των υπερήχων. Επίσης είναι εντυπωσιακά καλές στο να βλέπουν σχεδόν στο σκοτάδι, πράγμα που εξηγεί γιατί είναι ιδιαίτερα δραστήριες μόλις έχει φέξει και λίγο πριν δύσει. Για όλες αυτές τις ικανότητες, οι επιστήμονες ανακάλυψαν τις μεταλλάξεις των σχετικών γονιδίων.
Πηγή:top7news.gr