Η ιστορία της σταφίδας και η σύνδεση της με τον Ν. Ηλείας

    Μοιραστείτε το:

Οι αρχαίοι Έλληνες ονόμαζαν σταφίδα το μαύρο αποξηραμένο καρπό της σταφιδαμπέλου και την ίδια τη σταφιδάμπελο, όπως επίσης και το κτήμα που φέρει φυτεία σταφιδαμπέλου. Ασταφίς ή σταφίς ήταν όροι που χρησιμοποιούσαν οι Αρχαίοι έλληνες για να χαρακτηρίσουν κάθε αποξηραμένο σταφύλι. Από την αρχαιότητα ήταν γνωστή η αποξήρανση των σταφίδων και ο Αριστοτέλης μιλά για σταφυλές μικρόραγες χωρίς γίγαρτα ή ράγες με μικρά γίγαρτα. Από τα μέσα του 14ου αιώνα η μαύρη σταφίδα καλλιεργείται συστηματικά στη ΒΔ Πελοπόννησο (Κορινθία, Αχαΐα, Ηλεία,) και στις αρχές του 16ου αιώνα διαδόθηκε και στα Ιόνια νησιά (Κεφαλονιά, Ζάκυνθος). Σε δύο μόνο περιοχές του κόσμου από τις πολλές που μεταφέρθηκε ευδοκίμησε η μαύρη σταφίδα: στην Καλιφόρνια και στην Αυστραλία.

Σπάνια η ιστορία ενός τόπου έχει συνδεθεί τόσο στενά με ένα αγροτικό προϊόν όσο η Ηλεία με τη σταφίδα. Η καλλιέργειά της μέχρι την απελευθέρωση (1830) ήταν σχετικά περιορισμένη, γεγονός που οφείλεται αφενός στο ότι η σταφίδα δεν ήταν απαραίτητη στη διατροφή του αγροτικού πληθυσμού και αφετέρου στο ότι η αντικατάσταση μιας καλλιέργειας με σταφιδαμπέλους, απαιτούσε αρχική χρηματική επένδυση και συγχρόνως οικονομική αντοχή των παραγωγών ώστε να αντεπεξέλθουν στις ανάγκες 34 χρόνων που απαιτούσαν τα φυτώρια ωσότου αρχίσουν να αποδίδουν καρπό. Ωστόσο από τα πρώτα χρόνια της ίδρυσης του νεοελληνικού κράτους, η καλλιέργειά της άρχισε να παίρνει εντυπωσιακές διαστάσεις λόγω της εξωτερικής ζήτησης του προϊόντος στην ευρωπαϊκή αγορά και κυρίως την αγγλική. Επίσης έφευγαν από το λιμάνι του Κατακόλου και τα άλλα λιμάνια της Πελοποννήσου με προορισμό τις μεγάλες αγορές εξωτερικού πλοία γεμάτα σταφίδα. Μέχρι το 1860 οι εκτάσεις με σταφιδαμπέλους σχεδόν εξαπλασιάστηκαν, ενώ κατά το χρονικό διάστημα 18301860 ο όγκος της σταφιδοπαραγωγής δεκαπλασιάστηκε ακολουθώντας την αντίστοιχη αύξηση των εξαγωγών. Τις δύο επόμενες δεκαετίες, η σταφίδα έγινε το κυριότερο εξαγωγικό προϊόν του Ελληνικού Βασιλείου. Η εμπορευματοποίηση της σταφίδας οδήγησε την Ηλεία και τις άλλες γειτονικές περιοχές σε μία τόσο ακραία εξειδίκευση, που θα μπορούσε να μιλήσει κανείς για μονοκαλλιέργεια.

Η σταφίδα απαιτούσε ένα ολόκληρο φάσμα απασχόλησης, η καλλιέργεια της απαιτούσε εργαλεία, ο καθαρισμός της απαιτούσε μάκινες, η ξήρανση της πανιά και αργότερα ξηραντήρια, η συσκευασία της ξύλινα κιβώτια, η μεταφορά της από τα αλώνια στις αποθήκες του σταφιδεμπόρου και στα λιμάνια απαιτούσε την κατασκευή κάρων.

Τα πρώτα σύννεφα εκδηλώθηκαν κατά τη δεκαετία του 1850 εξαιτίας της επιδημίας φυλλοξήρας που έπληξε τα ελληνικά αμπέλια και είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια των αμπελιών και του εισοδήματος του πληθυσμού και τη χρεοκοπία πολλών σταφιδεμπόρων.

Το 1877 τα γαλλικά αμπέλια πλήγηκαν από φυλλοξήρα η σταφίδα έγινε περιζήτητη και η ελληνική αγροτική παραγωγή προσαρμόσθηκε σ' αυτή την ευνοϊκή συγκυρία.
Η κατασκευή του σιδηροδρόμου και συγκεκριμένα της γραμμής Πύργου Κατακόλου, που λειτούργησε στις 3 Φεβρουαρίου του 1883 και ήταν η πρώτη σε ολόκληρη την Ελλάδα, και αμέσως μετά η κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής Πειραιώς  Καλαμάτας που συνέδεε όλες τις σημαντικότερες πόλεις του ηλιακού κάμπου, οι τοπικές γραμμές Καβάσιλα  Κυλλήνη και Πύργος  Αρχαία Ολυμπία μαρτυρούν την άνθηση και την σπουδαιότητα του εμπορίου της σταφίδας που διεξαγόταν στην ευρύτερη περιοχή της Ηλείας.

Η Ιστορία της σταφίδας από τα 1900 και μετά

Οι αλλεπάλληλες κρίσεις του εμπορίου της σταφίδας στο 19ο αιώνα ήταν ίσως το σημαντικότερο οικονομικό γεγονός στην Ελλάδα από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους. Η σταφιδική κρίση ήταν η κυριότερη αφορμή που επιτάχυνε τον άμεσο παρεμβατισμό του κράτους στην ιδιωτική οικονομία.

Στην διάρκεια του δεύτερου μισού του περασμένου αιώνα, η κορινθιακή σταφίδα είχε αναδειχθεί σαν το πρώτο εξαγόμενο είδος από την ελληνική οικονομία. Η ταχεία ανάπτυξη της διεθνούς ζητήσεως για το προϊόν αυτό είχε ως αποτέλεσμα πολύ σύντομα η Ελλάδα να εμφανισθεί στις διεθνείς συναλλαγές σαν χώρα μόνο εξαγωγική. Η σταφίδα είχε ονομαστεί «χρυσός της Κορινθίας>> υπό την έννοια ότι ήταν η κυριότερη πηγή που απέφερε στη χώρα εξωτερικό συνάλλαγμα και χρυσό. Η σταφίδα ήταν το μοναδικό προϊόν που δημιούργησε στην Ελλάδα μια εμπορική αστική τάξη με εύρος, με συνέχεια και με σπουδαίες επιπτώσεις πάνω στο σύνολο της οικονομικής και κοινωνικής ζωής της χώρας.

Η σταφίδα χρησιμοποιούνταν στην κατασκευή της πουτίγκας, για τη διατροφή των πλατιών λαϊκών στρωμάτων. Η αυξανόμενη ζήτηση της σταφίδας από την Αγγλία είχε ενθαρρύνει μια αύξηση στη σταφιδική παραγωγή, όμως είχε επίσης δημιουργήσει τη δυνατότητα κερδοσκοπίας, λόγω της αστάθειας και του απρόβλεπτου χαρακτήρα των διεθνών τιμών. Έτσι η σταφίδα λειτουργούσε πραγματικά σαν είδος εισαγμένο στο χρηματιστήριο, με μεγάλες διακυμάνσεις της τιμής της.

ΤΗ ανάπτυξη της σταφιδικής οικονομίας εμπόδισε το σχηματισμό μεγάλης γαιοκτησίας όχι μόνο άμεσα, αλλά και έμμεσα, για τους εξής δύο λόγους: α) απορροφούσε εργατικά χέρια, που υπό διαφορετικές συνθήκες θα διοχετεύονταν στη σιτοπαραγωγή των μεγάλων κτημάτων και των τσιφλικιών, και β) εξασφάλιζε στην εθνική οικονομία την απαιτούμενη ποσότητα ξένου συναλλάγματος, πράγμα που επέτρεπε στο κράτος την απεριόριστη εισαγωγή σιτηρών, τόσο για να καλύπτει το χρόνιο διατροφικό έλλειμμα της Ελλάδος, όσο και για να συμπιέζει έτσι τις τιμές στην εσωτερική αγορά και να συναγωνίζεται την εγχώρια τσιφλικική παραγωγή των δημητριακών.
Ωστόσο, η κρίση της σταφίδας, που εντάθηκε μετά το 1880, οδήγησε στο εξής περίεργο και αντιφατικό αποτέλεσμα: α) από τη μία βέβαια κλόνισε τον άξονα της ως τότε αγροτοεμπορευματικής δομής της χώρας και άνοιξε το δρόμο για τη βιομηχανική αναδίπλωση και μετατροπή της ελληνικής κοινωνίας, β) από την άλλη όμως, αφαίρεσε από την δικαιοδοσία της οικονομικής πολιτικής του κράτους ένα σπουδαίο εργαλείο, με το οποίο εμποδιζόταν ο σχηματισμός μιας τάξεως γαιοκτημόνων - τσιφλικούχων.

Η αιφνίδια εμφάνιση της γαλλικής αγοράς μετέθεσε απλώς την κρίση για αργότερα, παράλληλα όμως, λόγω της υπερπαραγωγής που δημιουργήθηκε, η τελική κρίση υπήρξε πολύ οξύτερη και οδυνηρότερη. Από το 1890 διαμορφώθηκε ένα μόνιμο ετήσιο πλεόνασμα σταφίδας που υπερέβαινε σταθερά το 20% της ετήσιας παραγωγής.

Από τα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα αρχίζει να συγκεκριμενοποιείται η τάση απεξάρτησης από τη σταφίδα και παρατηρείται μια μετατόπιση του κέντρου βάρους από τη σταφίδα σε άλλα προϊόντα όπως ο καπνός, τα δημητριακά κ.λ.π.
Από την πρώτη κιόλας δεκαετία του 20ου αιώνα το ''βιομηχανικό τοπίο'' της Ηλείας αλλάζει. Η είσοδος του νέου αιώνα στη ζωή των νεότερων κατοίκων άρχισε να φέρνει ελπίδες βιοτικής βελτίωσης παρουσιάζοντας μικρές διαφορές ως προς την εξέλιξη την κοινωνίας, της ζωής και του περιβάλλοντος του ανθρώπου, λόγω των πολλών εφευρέσεων.

Αν ανατρέξει κανείς στην τοπική ιστορία, θα διαπιστώσει πολύ εύκολα την αλλαγή ζωής της προοδεύουσας τάξης των ανθρώπων της Ηλειακής περιφέρειας, παρότι είχε παραμείνει ακόμη νωπή η σφραγίδα του "άτυχου πολέμου" του 1897, αλλά και της περιλάλητης "πτώχευσης" της Ελλάδας, που διέγραψαν στη ζωή του τόπου μια σκοτεινή εποχή φτώχειας και δυστυχίας. Τούτο όμως ξεπεράστηκε σχεδόν γρήγορα από τους εργατικούς και φιλήσυχους κατοίκους των Ηλειακών χωριών και πόλεων, και χάρη στα προσοδοφόρα εδάφη της περιφέρειας, άνθησε ξανά η οικονομία.

Από τον περασμένο αιώνα το κυριότερο προϊόν της Ηλείας ήταν η καλλιέργεια της σταφίδας, η οποία κάλυπτε σημαντικές εκτάσεις, παρ' όλο το μεγάλο κόστος των δαπανών καλλιέργειας και των καταστροφών, πριν και μετά τον τρυγητό απ' τις ιδιόρρυθμες κλιματολογικές συνθήκες.

Παρ' όλα αυτά, η σταφίδα παρέμεινε το Εθνικό προϊόν της Ηλείας από το 1827, με δευτερεύοντα προϊόντα το κρασί, το λάδι και τα δημητριακά, καθότι, όλες σχεδόν οι πεδινές εκτάσεις είχαν καλυφθεί από φυτείες σταφιδαμπέλων.

Στον τομέα της βιομηχανίας η Ηλεία τους χρόνους εκείνους δεν παρουσίαζε μεγάλη δραστηριότητα και αυτό ήταν δείγμα της όχι άριστης οικονομικής επάρκειας, την οποία είχε η περιφέρεια τον περασμένο αιώνα, όπου το προϊόν της σταφίδας πωλούνταν στα Ευρωπαϊκά κράτη με συμφέρουσα τιμή.

Η ενασχόληση των κατοίκων με τις φυτείες της σταφίδας δεν επέτρεπε την ανάπτυξη της βιομηχανίας στον τόπο αυτό, καθότι τα οικονομικά συμφέροντα των χωρικών στόχευαν μόνο και μόνο στη μονοκαλλιέργεια της σταφίδας που απασχολούσε καθολοκλήρου τον Ηλειακό λαό. Έτσι, μεταξύ των άλλων η βιομηχανία γενικών συμφερόντων ήταν πενιχρή και περιορισμένη.

Περιορισμένος παρουσιαζόταν ο αριθμός των σταφιδεργοστασίων κατά τη εποχή εκείνη παρ' ότι το προϊόν της σταφίδας αποστελλόταν δια μέσου του λιμένα του Κατακόλου στο εξωτερικό (Αγγλία, Ρωσία).
Σε όλη την περιφέρεια υπήρχαν μόνο 3 σταφιδεργοστάσια και απασχολούσαν 25 εργάτες με λίγα οφέλη. Σημαντικότερη παρουσία οικονομικής ανάπτυξης για την πόλη του Πύργου, ήταν η λειτουργία του καπνεργοστασίου των αδελφών Καραβασίλη.

Σπουδαίο ρόλο στην τοπική απασχόληση και στην οικονομική ανάπτυξη έπαιξε και η ίδρυση της Ελληνικής Εταιρείας Οίνων και Οινοπνευμάτων. Τα σταφιδεργοστάσια πραγματοποιούσαν εξαγωγές κάθε χρόνο που έφταναν τα 4.384.711 ενετικές λίτρες σταφίδα. Αφού τα επεξεργάζονταν στη συνέχεια διαθέτονταν από τον Α.Σ.Ο. στο εξωτερικό αλλά και σε εσωτερική κατανάλωση με τεράστια κέρδη.

H απόδοση της επεξεργασίας της σταφίδας έφτανε τα 6.884.359 ενετικές λίτρες σταφίδα και τις 400.000 οκάδες σταφυλιών, που παρήγαγαν, εκτός από 30.000.000 κιλά κρασί, 55.000 κιλά φωτιστικού οινοπνεύματος, και άλλες 30.000 κιλά οινόπνευμα άνυδρο.
Το φωτιστικό και άνυδρο οινόπνευμα διαθέτονταν στο εσωτερικό, καθότι την εποχή εκείνη ήταν σε εφαρμογή οι λάμπες που καίγονταν με οινόπνευμα και τα καμινέτα. Από πλευράς εμπορίου στην Ηλεία η κίνηση εξαρτιόταν από τα σταφιδικά έσοδα των κατοίκων και είχε συγγενική σχέση με τους σταφιδοπαραγωγούς και τους σταφιδεμπόρους.

Ήταν συνηθισμένο φαινόμενο τους παλαιότερους χρόνους, να υπάρχει σύμφωνα με την απόδοση των κτημάτων ως προς το εισόδημα υπήρχε και η άνθηση του εμπορίου, αλλά εκτός της παραγωγής, σημασία είχε και η τιμή του σταφιδικού εισοδήματος από την εξωτερική αγορά. Η εξάρτηση αυτή ήταν ανάλογη και προς το γενικό εμπόριο του τόπου, του οποίου η έκταση ήταν ανάλογη με την οικονομική κατάσταση των κατοίκων. Ως προς την εξαγωγή εμπορευμάτων από τον Πύργο και την Ηλεία, την πρώτη θέση είχε ο σταφιδόκαρπος με τη μορφή του αυτούσιου είδους, και το κρασί, με τα κέρδη τους να φτάνουν περί τα 100 εκατομμύρια. δραχμές.

Από το άλλο μέρος, η κρατική φροντίδα για τα αγροτικά προϊόντα ήταν ανύπαρκτη και καμιά μέριμνα για αγροτική πολιτική δε φαινόταν στην πράξη να ενθαρρύνει τις μάταιες ελπίδες των χωρικών, οι οποίοι έβλεπαν τις περιουσίες τους να χρεώνονται στις τράπεζες και στους τοκογλύφους. Για το λόγο αυτό αποφάσιζαν συχνά διαδηλώσεις, προ πάντων για το περιβόητο σταφιδικό ζήτημα αλλά κυρίως για το φόρο της δεκάτης, που βάρυνε όλους τους Δήμους.

Τόση ήταν η μανία των αγροτών προς καλλιέργεια της σταφίδας ώστε, πολλές χιλιάδες ελαιόδεντρα από την πρώτη εποχή της απελευθέρωσης κόπηκαν, γιατί ήταν ανάμεσα στις σταφίδες και επικρατούσε η γνώμη ότι ζημίωναν την ανάπτυξη των κλημάτων. Το καταστροφικό αυτό γεγονός έγινε μετά τα μέσα του περασμένου αιώνα (περί το 1870), όταν η τιμή της σταφίδας ήταν μεγάλη και αποσπούσε το ενδιαφέρον των καλλιεργητών. Έτσι το εισόδημα του ελαιόλαδου ήταν μηδαμινό και ένας από τους λόγους της κοπής ήταν και η έλλειψη ιπποκίνητων ελαιοτριβείων. Αλλά και αυτά που υπήρχαν ήταν σε πρωτόγονο στάδιο, και οι ιδιοκτήτες τους είχαν ως βάση την κλοπή, και οι παραγωγοί έπαιρναν από 100 οκάδες καρπό 6 οκάδες λάδι. Με τις συνθήκες αυτές, κατά την εποχή εκείνη, συνέφερε τους παραγωγούς η εκρίζωση και η πώληση των ελαιών ως καυσόξυλα των οποίων το εισπραττόμενο ποσό ισοδυναμούσε με το ποσό του παραγόμενου λαδιού μιας πενταετίας.

Όπως είχε αναφερθεί, από το 1827 η διάδοση της καλλιέργειας της σταφίδας στην Επαρχία της Ηλείας είχε πάρει μεγάλες διαστάσεις ώστε αποτελούσε το Εθνικό προϊόν του τόπου. Η παραγωγή του σταφιδοκάρπου έφερε στους παραγωγούς και ευτυχία και δυστυχία καθότι δεν ήταν σταθερή κάθε χρόνο. Ήταν αυτή σε εξάρτηση από τις κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούσαν κατά την εποχή της βλάστησης, γιατί λόγω της μορφολογίας του εδάφους, που ήταν πεδινό, σημειώνονταν μικροί ή μεγάλοι παγετοί, που μείωναν ανάλογα την παραγωγή, εξαιτίας της καταστροφής που έκαναν στη φυτεία. Άλλοτε, όταν κατά το στάδιο του τρυγητού ο καρπός κείτονταν στα αλώνια προς αποξήρανση, οι βροχοπτώσεις κατά τα μέσα του Αυγούστου, έρχονταν πολύ ισχυρές και απρόσμενες, με αποτέλεσμα να παρασύρεται ο σταφιδόκαρπος, ή να βρέχεται, μετατρεπόμενος έτσι σε κακής ποιότητας με μειωμένη τιμή στο εμπόριο. 

Μερικές ιστορικές μερίδες που πρέπει να μνημονευθούν, ήταν: του Σισίνη στον κάμπο Γαστούνης, του Κρεστενίτη κοντά στην κοινότητα Τζόγια, του Στεφανόπουλου και του Δόγκα στο Καράτουλα, του Κριεκουκιώτη, του Δόγκα, του Φωτόπουλου και του Μπούκουρα στο Κριεκούκι, και άλλες μικρότερες των 100 στρεμμάτων σε διάφορα μέρη. Η καλλιέργεια όμως της σταφίδας γινόταν όλο και πιο δαπανηρή για τους ιδιοκτήτες κτηματίες, και προπάντων αυτών που διατηρούσαν πάνω των 20-50 στρέμματα, με την αύξηση των ημερομισθίων και των ειδών καταπολέμησης των ασθενειών, (θειάφι, χαλκός) και πολλές φορές, οι φυσικές καταστροφές μείωναν το εισόδημα και αυξάνονταν κατά πολύ τα έξοδα έναντι των εσόδων.

Στην περιφέρεια της Ηλείας καλλιεργούνταν πάνω από 100 χιλιάδες στρέμματα σταφίδες για τις οποίες τα έξοδα έφταναν τα 70 εκατομμύρια δραχμές. Η διάδοση και εφαρμογή των χημικών προϊόντων (λιπασμάτων) έφερε επαναστατικά αποτελέσματα στην απόδοση, παρ' ότι η χρήση τους ήταν περιορισμένη λόγω έλλειψης χρημάτων, και διατήρησης της παλιάς νοοτροπίας των γεροντότερων κτηματιών περί φυσικής καλλιέργειας. Η μέθοδος της μηχανικής καλλιέργειας στην Ηλεία, δεν ήταν δυνατό να εφαρμοστεί ούτε και στους αγρούς, γιατί το μεγαλύτερο μέρος της γης καταλάμβαναν οι φυτείες της σταφίδας και σε ελάχιστο μέρος καλλιεργούνταν δημητριακά είδη, των οποίων οι εργασίες γίνονταν χειρωνακτικά και με την παλιά μέθοδο των αλόγων.

Το προϊόν όμως της σταφίδας έφερνε και απογοητεύσεις. Πολλές φορές, ακόμα και τον μήνα Απρίλιο, όταν η βλάστηση ήταν προχωρημένη φυσούσαν δυνατοί βόρειοι παγεροί άνεμοι πολλές μέρες συνέχεια, οι οποίοι επέφεραν μεγάλες ζημιές στους βλαστούς και η καταστροφή έφτανε 10-20 % και με ανάλογη επίπτωση στο εισόδημα του χρόνου εκείνου, οπότε παρατηρείται σχετική αχρηματία στο εμπόριο.
Φυσική ήταν και η επίπτωση στα εισοδήματα των δημητριακών, αφού οι κλιματολογικές συνθήκες επιδρούσαν, όταν σημειώνονταν παρατεταμένες ανομβρίες που άρχιζαν από το Μάιο και συνέχιζαν ως το Νοέμβριο.
Οι σταφιδοπαραγωγοί της Ηλείας μέχρι τον Ευρωπαϊκό πόλεμο ήταν βυθισμένοι ολοκληρωτικά στο χρέος και στο χάος της δημιουργημένης από τον περασμένο αιώνα τοκογλυφίας. Οι τοκογλύφοι, χωρίς έλεος εκμεταλλεύονταν την υπάρχουσα οικονομική ανέχεια και τη φτώχεια των πολιτών και τους δάνειζαν ικανά ποσά με δυσανάλογους τόκους. Μέσα σε αυτή την κατάσταση, στις ψυχές των κατοίκων πλανιόταν η αβεβαιότητα και η απελπισία καθώς αισθάνονταν ότι εργάζονταν μόνο για να θεραπεύσουν μέρος της δυστυχίας τους, χωρίς καν ένα απόθεμα για τις μελλοντικές περιστάσεις.

Υπήρξε εποχή που οι κάτοικοι της Ηλείας συγκέντρωναν πολλά πλούτη με την υπερτίμηση της σταφίδας αλλά η αλόγιστη σπατάλη τους έφερε στην αχρηματία. Κατά το 1918 προς ανακούφιση της δυστυχίας των αγροτών, ψηφίσθηκε ο νόμος 602 «Περί Συνεταιρισμών» ο οποίος σκοπό είχε το δανεισμό των καλλιεργητών μέσω της Εθνικής Τράπεζας. Μερικοί όμως από τους συνεταιρισμούς δεν έπαψαν να διατηρούν τις απάνθρωπες συνήθειες της τοκογλυφίας και σκοπό είχαν την εκμετάλλευση των δανειζομένων.

Η εκμετάλλευση αυτή σε βάρος των αγροτών από τους τυχοδιωκτικούς Συνεταιρισμούς, έφερε τη δυσπιστία στον αγροτικό κόσμο, και μόνο μετά από προσπάθειες και αγώνες της Εθνικής Τράπεζας κατορθώθηκε η αλλαγή του χαρακτήρα των αγροτών. Έτσι, επανήλθε η εμπιστοσύνη και η πεποίθησή τους ότι οι Ενώσεις και η Εθνική Τράπεζα φροντίζουν για την οικονομική βοήθεια προς αυτούς και την καλυτέρευση της μελλοντικής ζωής τους.
Από την εποχή εκείνη, η ανάγκη δημιουργίας προοδευτικής κίνησης με την πιστωτική διάθεση των σταφιδοπαραγωγών από τον Α.Σ.Ο. έφερε κάποια καινοτομία με τη διάθεση σταφιδόπανων, και τζιβιερών για την επιμελημένη αποξήρανση του προϊόντος. Αυτό όμως εξαρτιόταν από την οικονομική άνθηση του Συνεταιρισμού.

Και όπως μαρτυρούν τα φαινόμενα, θα έρθει η εποχή που οι χωρικοί της Ηλείας θα διαβάζουν στα βιβλία, πως κάποτε, υπήρχε ένα φυτό που λεγόταν «Σταφίδα».

 

Πηγή: gym-krest.ilei.sch.gr

Μοιραστείτε το:

Χρήσιμα και ενδιαφέροντα

Χριστουγεννιάτικα στεφάνια δώρο από τη φύση

Χριστουγεννιάτικα στεφάνια δώρο από τη φύση

Χριστουγεννιάτικος στολισμός του κήπου μας

Χριστουγεννιάτικος στολισμός του κήπου μας

Σκυλάκι, το αγαπημένο λουλούδι μικρών και μεγάλων

Σκυλάκι, το αγαπημένο λουλούδι μικρών και μεγάλων

Μυρμήγκια στο σπίτι; Πώς να απαλλαγείτε

Μυρμήγκια στο σπίτι; Πώς να απαλλαγείτε

Φυσικό αντιηλιακό λάδι

Φυσικό αντιηλιακό λάδι

Πως πρέπει να επιλέγουμε φυτά για συνθέσεις

Πως πρέπει να επιλέγουμε φυτά για συνθέσεις

Πως να ξεφορτωθείτε τα μυρμήγκια από το σπίτι, με οικολογικούς τρόπους

Πως να ξεφορτωθείτε τα μυρμήγκια από το σπίτι, με οικολογικούς τρόπους