Η επιστημονική ονομασία του βοτάνου είναι Tamus communis L. (Τάμος ο κοινός) και στη χώρα μας το συναντούμε με τις ονομασίες αβρωνία, αβρουνία, αδρανία, βρυωνία και οβριά. Συναντάται στη Νότια Ευρώπη σε περιοχές με υγρασία, σε άκρες δασών και καλλιεργειών. Είναι δίοικο αναρριχώμενο φυτό, με στελέχη χωρίς έλικες. Φτάνει σε μέγεθος από ένα έως τρία μέτρα. Τα φύλλα του είναι λαμπερά, καρδιόσχημα, με 5-7 νευρώσεις (μονοκοτυλίδονα). Τα άνθη του είναι πρασινοκίτρινα και ο καρπός του ράγα κόκκινη. Ανθίζει από τον Μάιο έως τον Ιούνιο. Οι ράγες περιέχουν μία τοξική ουσία που ονομάζεται διοσγενίνη. Το ρίζωμα του φυτού περικλείει πολλούς κρυστάλλους οξαλικού ασβεστίου και μία ουσία που δρα ως ισταμίνη. Παρά το γεγονός της τοξικότητάς τους η αβρωνιά τρώγεται και θεωρείται φάρμακο στην Κρήτη και σε άλλες περιοχές.
Στην αρχαία ιατρική χρησιμοποιήθηκε για τη θεραπεία διάφορων γυναικολογικών προβλημάτων. Ο Διοσκουρίδης συνιστούσε τις ράγες του φυτού για τις φακίδες του προσώπου. Στη λαϊκή ιατρική χορηγείται ως φάρμακο για τις νεφρολιθιάσεις και νοσήματα του ουροποιητικού συστήματος. Η αβρωνιά. έχει αντιφλογιστικές ιδιότητες και στη λαϊκή ιατρική οι βλαστοί του υπό μορφή σκόνης καταπλάσματος ή αλοιφής χρησιμοποιούνται κατά των εγκαυμάτων. Επίσης θεωρείται κατάλληλο εναντίον των μωλώπων. Χαρακτηριστική είναι η ονομασία που δίνουν οι γάλλοι στο φυτό. Την ονομάζουν Herbe aux femmes battues, που σημαίνει «για τις δαρμένες γυναίκες».
Στην ομοιοπαθητική το βάμμα της ρίζας χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις εγκαυμάτων από τον ήλιο.
Η χρήση της αβρωνιάς για θεραπευτικούς σκοπούς θέλει προσοχή, γιατί δεν είναι ακίνδυνη. Στην περίπτωση αυτή ισχύει ότι λέμε χαρακτηριστικά για όλα τα βότανα, ότι δηλαδή έχει μεγάλη σημασία η επιλογή του κατάλληλου βοτάνου για κάθε ασθένεια και βέβαια στην σωστή δοσολογία. Στον τόπο μας θεωρείται άριστο λαχανικό παρά την χαρακτηριστική του πικράδα. Μαγειρεύονται οι τρυφερές κορυφές του βοτάνου βραστές (σαλάτα με λεμόνι ή ξύδι και λάδι), γιαχνί και κάνουν πολύ νόστιμες ομελέτες.
Πηγή:http://www.herb.gr